Εκτός από τη στήριξη της ΚΑΠ, η νομοθεσία της ΕΕ στον τομέα των βιολογικών τροφίμων και της αγροτικής οικονομίας συνέχισε να αναπτύσσεται μετά την έγκριση του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2092/91 του Συμβουλίου της ΕΕ, που ανακοινώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ‘90. Η διαδικασία της ανάπτυξης περιελάμβανε επίσης πλήρη αναθεώρηση του Κανονισμού, που έληξε με την έγκριση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/ 2007 του Συμβουλίου της ΕΕ. Από την έγκρισή του συμφωνήθηκαν κανόνες για την παρουσίαση της βιολογικής παραγωγής, ως οι προδιαγραφή των κανόνων για το βιολογικό κρασί, τη βιολογική μαγιά και τις βιολογικές υδατοκαλλιέργειες.
Οι κανονισμοί της ΕΕ στον τομέα της βιολογικής παραγωγής προσπαθούν να εφαρμόζουν μια συνεκτική προσέγγιση για την προστασία των καταναλωτών, τερματίζοντας τους δόλιους διαγωνισμούς και εξασφαλίζοντας κοινά πρότυπα για τη βιολογική παραγωγή, την επισήμανση και την εμπορία στην ΕΕ.
Εν τω μεταξύ, τα ιδιωτικά και άλλα εθνικά βιολογικά πρότυπα που βασίζονται στους ισχυρισμούς της ΕΕ που απεικονίζουν τη συγκεκριμένη πολιτιστική, διαρθρωτική, γεωγραφική και κλιματική ποικιλομορφία των διαφόρων κρατών μελών και των περιφερειών, ωθούν την εισαγωγή καινοτομιών στα βιολογικά πρότυπα σε ολόκληρο τον τομέα.
Δεδομένου ότι είναι το μόνο σημάδι της σταθερότητας στην ΕΕ, η οποία αφορά στα τρόφιμα, τα περιβαλλοντικά πρότυπα και η πιστοποίηση μπορούν να διευκολύνουν την βιώσιμη γεωργία, επισημαίνοντας την αύξηση της βιωσιμότητας σε ολόκληρο τον τομέα της βιομηχανίας τροφίμων.
Η πολιτική και η νομοθεσία στον τομέα της βιολογικής γεωργίας, που ξεκινήθηκαν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 2012, έληξαν με την πρόοδο του νέου σχεδίου δράσης της ΕΕ στον τομέα της βιολογικής γεωργίας το 2014 και την αντικατάσταση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 834/2007 της ΕΕ στην επόμενη νομοθετική περίοδο της ΕΕ 2014-2019. Αυτό αυξάνει την ανάπτυξη του πλαισίου της ΕΕ για τα βιολογικά τρόφιμα και τη βιολογική γεωργία, επιτυγχάνωντας μια ισορροπία μεταξύ της προσφοράς πολιτικών και των νομοθετικών αναγκών.
Αυτό θα μπορούσε να επηρεάσει τη μερική και αβέβαιη συλλογή δεδομένων και την πρόβλεψη της παραγωγής μέσω της ζήτησης της αγοράς, της έλλειψης ειδικών βιολογικών πόρων, όπως σπόροι, νεαρά ζώα και ζωοτροφές για πρωτεΐνες, καθώς και το διοικητικό φόρτο που αποθαρρύνει τους μικρούς αγρότες και ιδιοκτήτες.
Στην πραγματικότητα, ο παρών κανονισμός τέθηκε σε ισχύ το 2009. Επομένως, οι στόχοι, τα αντικείμενα και οι αρχές του ισχύοντος κανονισμού δεν έχουν ακόμα αποκαλυφθεί πλήρως από την ανάπτυξη συμπληρωματικών κανόνων. Επίσης, κάθε συμπληρωματική βελτίωση του κανονιστικού και πολιτικού πλαισίου πρέπει να νοείται υπό την έννοια της υφιστάμενης πρόοδο στη βιολογική γεωργία. Η διαδικασία αυτή διευκολύνεται μέσα από δεσμευμένη και συμφωνημένη λύση μεταξύ της νομοθεσίας της ΕΕ στον τομέα της βιολογικής παραγωγής και της νέα δομή της πολιτικής της ΕΕ στον τομέα των τροφίμων και της αγροτικής οικονομίας μέχρι το 2020, όπως, για παράδειγμα η Κοινή Αγροτική Πολιτική και το πρόγραμμα «Ορίζοντας 2020».
Οι νομοθετικoί σκοποί σχετίζονται με την πιθανότητα για σημαντικές διαφορές όσον αφορά το χρόνο και τις προκλήσεις που σχετίζονται με τα βιολογικά τρόφιμα και τη βιολογική γεωργία στην ΕΕ. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι οι μικρές βελτιώσεις στη νομοθεσία της ΕΕ ή η νέα ρύθμιση που βασίζεται σε βιολογικές αρχές ή δυνάμεις της αγοράς, οι οποίες έγιναν από τους υπεύθυνους για την προετοιμασία των πολιτικών της ΕΕ μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις για το μέλλον του τομέα των βιολογικών προϊόντων στην Ευρώπη.
Μια τέτοια μαρτυρία είναι ότι ένας τρόπος προσανατολισμένος προς την αγορά θα μπορούσε να δώσει έμφαση στην πάρα πολύ μεγάλη επίδραση πάνω στα αποτελέσματα που είναι προσανατολισμένα στην αγορά, ακολουθώντας λιγόττερο αυστηρές νομικές απαιτήσεις και εφαρμόζοντας αλληλένδετες αρχές. Για παράδειγμα, εάν επιτραπεί η απαλλαγή από ευθύνη των κρατών μελών σύμφωνα με τον παρόντα κανονισμό ή η εισαγωγή της δυνατότητας για τα εθνικά υπουργεία να επιτρέπουν τις εισαγωγές, θα μπορούσε να προκύψουν σοβαρές αρνητικές συνέπειες για την υλοποίηση της βιώσιμης βιολογικής γεωργίας. Αυτό θα κάνει αποδεκτό τον κίνδυνο στρέβλωσης του ανταγωνισμού μεταξύ των κρατών μελών. Για να γίνει η βιολογική παραγωγή πλησιέστερη με τις αρχές που καθορίζονται στον κανονισμό, διατηρείται η προσέγγιση για την ενίσχυση των προτύπων. Πρέπει όμως να διατηρηθεί η ευελιξία ή οι κανόνες απαλλαγής που χορηγούνται στα κράτη μέλη, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της βιώσιμης ανάπτυξης της βιολογικής γεωργίας. Για το λόγο αυτό, θα πρέπει να ληφθούν υπόψη τα πραγματικά στοιχεία στα διάφορα κράτη μέλη και στις περιφέρειες. Ενώ ορισμένες προμήθειες δεν είναι πλέον αναγκαίες, άλλες θα προσκαλλούν για αλλαγές, σύμφωνα με την ανάπτυξη των προτύπων που η οργανική τομέας έχει κάνει από την αρχή του κανονισμού. Σε κάθε περίπτωση, η άμεση κατάργηση όλων των εξαιρετικών κανόνων σήμερα θα ήταν αδιανόητη, καθώς ο συνολικός αριθμός τους παραμένει ζωτικής σημασίας για ορισμένους βιομηχανικούς κλάδους και γεωγραφικές περιοχές όπου ό βιολογικός τομέας βρίσκεται ακόμα στην αρχή.
Με αυτόν τον τρόπο, είναι απαραίτητο να συνδυαστούν οι διαφορετικοί τρόποι για να εξασφαλιστεί ο ορθός απολογισμός στο πλαίσιο των βασικών κανόνων της βιολογικής γεωργίας και η μακροπρόθεσμη ανάπτυξη και η επέκταση του ευρωπαϊκού τομέα των βιολογικών προϊόντων.
Οι αλλαγές, όπως η εισαγωγή ομαρικών συστημάτων πιστοποίησης (που προς το παρόν είναι αποδεκτά μόνο στις αναπτυσσόμενες χώρες εκτός της ΕΕ) ή το αίτημα να αξιολογήσουν οι μεταποιητές και οι εμποροί τις περιβαλλοντικές επιδόσεις των δραστηριοτήτων τους ή τις τρέχουσες δυνατότητες.
Για παράδειγμα, ένα σύνολο συστημάτων πιστοποίησης στην ΕΕ θα επιτρέψει σε ομάδες μικρών αγροτών να λάβουν ένα πιστοποιητικό ως μια ενιαία μονάδα, μειώνοντας έτσι το γραφειοκρατικό βάρος της πιστοποίησης.
Επιπλέον, η επιμονή των παραγωγών οικολογικών προϊόντων θα μπορούσε να επηρεάσει τα πρότυπα αειφορίας που λαμβάνονται υπόψη από τους παραγωγούς βιλογικών προϊόντων και τους κτηνοτρόφους για να μετακινηθούν τα βιολογικά τρόφιμα της ΕΕ, σε μια ευρύτερη έννοια της αειφορίας.
Ο κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 834/2007 αποτελεί σημαντικό κινητήριο τροχό του τομέα της βιολογικής γεωργίας στην Ευρώπη.
Ένας νέος κανονισμός πρέπει να συνεχίσει να προωθεί την ανάπτυξη του τομέα, ενθαρρύνοντας μια προσέγγιση, προσανατολισμένη προς τις διαδικασίες, οι οποία θα ακολουθεί τα πρότυπα σύμφωνα με τις βασικές αρχές της βιολογικής γεωργίας.
Οι καταναλωτές και οι παραγωγοί πρέπει να εργάζονται από κοινού για να υποβοηθήσουν την πρόοδο του κλάδου, ενώ οι πολιτικές πλαίσια της ΕΕ και οι εθνικές πολιτικές, δίνουν αυτή τη δυναμική μέσα από νέα σχέδια δράσης της ΕΕ και σε εθνικό επίπεδο.
The European Commission support for the production of this publication does not constitute endorsement of the contents which reflects the views only of the authors, and the Commission cannot be held responsi-ble for any use which may be made of the information contained therein.